‘The Quincunx’, Charles Palliser

Θυμάστε κάποιες ‘σειρές εποχής’ του BBC με τις οποίες ήτανε γεμάτη η ελληνική τηλεόραση κατά την δεκαετία του 80; Έχω την εντύπωση πως η γενιά μας είχε την μοναδική ‘ευκαιρία’ να γνωρίσει την βικτωριανή αγγλία με τις ίδιες λεπτομέρειες με τις οποίες η σημερινή γνωρίζει την οικογενιακή ζωή των Κούγια-Βατίδου.

Υπάρχουν κάποια πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στο βικτωριανό μυθιστόρημα που έχουν σχέση με τον τρόπο με τον οποίο πλάθονται οι χαρακτήρες, στον τρόπο με τον οποίο εκελίσσεται – και ανατρέπεται η πλοκή – καθώς και στο ηθογραφικό/ηθοπλαστικό υπόβαθρο της κάθε ιστορίας. O Palliser σαν άλλος Menard προσπαθεί στα τέλη του 20ου αιώνα να γράψει με το The Quincunx ένα βικτωριανό μυθιστόρημα προσπαθώντας να διατηρήσει σε όλα του τα χαρακτηριστικά του βικτωριανού μυθιστορήματος μα προσθέτωντας πολυεπίπεδα χαρακτηριστικά ενός μυθιστορήματος του 20ου.

Όμως, η κοινωνική περιγραφή των χαμηλών τάξεων όταν γίνεται από τον Dickens με αποδέκτες τις υψηλές τάξεις – και κυρίως γυναίκες, μια που πρόκειται για το κύριο αναγνωστικό κοινό ενός βικτωριανού μυιστορήματος – έχει σαν στόχο την αφύπνιση για θέματα και καταστάσεις που υπό άλλες συνθήκες θα αγνοούνταν εντελώς – και που οδήγησε σιγά σιγά σε μια σειρά από φιλανθρωπικές (γυναικείες συνήθως) προσπάθειες προσφοράς. Η συνεχόμενη αναφορά της ζωής των χαμηλών τάξεων από τον Palliser φτάνει να γίνει κουραστική και ίσως ίσως να έχει ακόμη και το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό του Dickens. Όταν η πλοκή του βικτωριανού μυθιστορήματος ανατρέπεται από ‘την εμφάνιση ενός ξεχασμένου θείου’ συγχωρείται το τυχαίο και το αναπάντεχο χωρίς δεύτερη σκέψη. Όταν όμως στο Quincunx οι ανατροπές στην πλοκή είναι συνεχόμενες, 100% προβλεπόμενες και στο τέλος συνηθισμένες τότε κάποια πράγματα δεν συγχωρούνται. Τέλος οι περιγραφές των προσώπων και των χαρακτήρων από την George Eliot π.χ. είναι τέτοιες που σε αναγκάζουν στο τέλος να θεωρείς πως γνωρίζεις πραγματικά τα πρόσωπα στην καθημερινή σου ζωή – και εκεί ίσως να οφείλεται η επιτυχία των σειρών εποχής του BBC – ενώ στο Quincunx, ύστερα από 1200 ολόκληρες σελίδες κειμένου αντιλαμβάνεσαι πως όλα σχεδόν τα πρόσωπα ήταν χάρτινες φιγούρες χωρίς ουσία και ανάλυση. Το χειρότερο είναι δυστυχώς πως ακόμη και στο μεταμοντέρνο πολυεπίπεδο κομμάτι γραφής ο Palliser φάνηκε να μην ήταν αρκετά θαρραλέος ώστε να στεφθεί τελικά με επιτυχία.

Σε συμπέρασμα, αν και δεν ήταν 1200 σελίδες που ‘πέταξα’ εντελώς, θα προτιμούσα να διάβαζα 1200 σελίδες ορίτζιναλ Dickens ή George Eliot παρά την απομίμηση του Quincunx.

Advertisement

~ από basileios στο 3 Μαρτίου, 2008.

2 Σχόλια to “‘The Quincunx’, Charles Palliser”

  1. Ήταν ένα βιβλίο που το φλέρταρα εδώ και πολύ καιρό στο amazon. Η κριτική σου με αποθάρρυνε.Προς το παρόν θα τ’ αφήσω στο καλαθάκι μου.Ποιος ξέρει μπορεί κάποιος άλλος να μ’ ενθαρρύνει …

  2. δεν ειναι κακ΄πο βιβλίο μη με παρεξηγήσεις. ΕΙναι μια χαρα για καλοκαιρινη αναγνωση πλάι στην παραλία. απλώς δεν ειναι για τίποτε περισσότερο.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: