‘A Smuggler’s Bible’, Joseph McElroy
Θαρρώ πως όσες φορές και να το γράψω δεν θα είναι αρκετό: Ο Joseph McElroy είναι υπερήρωας, ανήκει στους Avengers, σπάει πέτρες με την γραφομηχανή του, ζαπάρει κριτικούς με τα λέιζερ των ματιών του, διαλύει αναγνώστες με τα βιβλία του. [ Δε το λέω για πλάκα. Μια δοκιμή θα σας πείσει!]
But seriously… Θεωρώ ύστερα από 4 πλέον βιβλία του που έχω διαβάσει πως η θέση του στην αμερικανική λογοτεχνία και στο μεταμοντερνιστικό της κίνημα περισσότερο, είναι ιδιάζουσα όχι μόνο γιατί απελευθερωμένος από την συγγραφή ως βιοποριστική ιδιοότητα κατάφερε να γράψει ελεύθερα ανάμεσα απ΄τα κενά άλλων συγγραφέων και να αποτελεί έναν συνδετικό κρίκο από το παρελθόν (π.χ. από τον Gaddis) ως το σήμερα (π.χ. τον Wallace). [ Ίσως αυτό να είναι και ένα μάθημα ελευθερίας προς όλους τους επίδοξους συγγραφείς που το θεωρούν κατάρα να κάνουν μια τρίτη δουλειά και να μη μπορούν ζήσουν απ’ την πέννα τους.], αλλά γιατί παρόλη την προφανή αξία και σημασία του είναι περισσότερο λησμονημένος (και με ένα σκασμό εξαντλημένα βιβλία) απ’ οποιοδήποτε άλλον.
Πως θα μπορούσα να εξηγήσω όμως αυτή τη γενικότερη λήθη που υπάρχει γύρω απ΄το έργο του McElroy και απ’ τον ίδιο; Θεωρώ ότι η απάντηση ίσως να βρίσκεται κάπου ανάμεσα απ΄αυτήν την ιδιαίτερη ‘ερασιτεχνική’ θέση του ως προς το γράψιμο αλλά και την ιδιότυπη γραφή η οποία είναι τόσο εσωτερική αλλά και τόσο καθημερινή που δε μπόρεσε εξαιτίας αυτής της ιδιότητας να περάσει το χαντάκι των ‘χιπστερ’ οποιασδήποτε μορφής ή εποχής. [μάθημα επίσης προς επίδοξους συγγραφείς: δε φτάνει να γράφεις, πρέπει ή να είσαι χίπστερ ή να μη σε νιάζει αν δεν είσαι χίπστερ].
Τώρα για το Smugglers Bible έχω να πω απλά πως πρόκειται για ένα κατασκευαστικό αριστούργημα και ένα θαρραλέο πρώτο μυθιστόρημα το οποίο πραγματικά με συνάρπασε. Δεν θέλω όμως να επεκταθώ περισσότερο γι’ αυτό. Υπόσχομαι να ετοιμάσω ένα πολύ μεγαλύτερο κείμενο για τον McElroy και να μιλήσω και γι΄αυτό και για τα υπόλοιπα πολύ πιο αναλυτικά.