‘The Adventures of Augie March’, Saul Bellow
Οποιοδήποτε βιβλίο έχει στο πλάι του την φράση ‘ Great American Novel’ με απωθεί πριν καν το ακουμπήσω. Η έννοια αυτή του Μεγάλου Αμερικανικού (ή οποιασδήποτε άλλης εθνικότητας) Μυθιστορήματος μου φαντάζει τόσο πλασματική και τόσο κατασκευασμένη με κίβδηλο τρόπο που ομολογώ δεν μπορώ να την παραμερίσω ως έννοια την στιγμή που το διαβάζω, και έτσι αναγκαστικά νιώθω προκατειλημμένος εναντίον του βιβλίου, ακόμη και αν ξέρω πως τις περισσότερες φορές πρόκειται για ένα μαρκετίστικο τερτίπι που λίγο έχει να κάνει με τον συγγραφέα (αλλά περισσότερο έχει να κάνει με τους ανέκφραστα ελλιπείς κριτικούς ή τους εμπορικούς εκδότες…).
Η φράση Great American Novel έχει ακουστεί αρκετές φορές νομίζω για τις Περιπέτειες του Ώγκι Μάρτς και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η είσοδός μου στο βιβλίο ήταν τόσο διστακτική και τόσο αδιάφορη που είχα αρχικά την εντύπωση πως θα επρόκειτο για μια ανάγνωση που θα με οδηγούσε στα όρια της ανίας και της φλυαρίας. Τίποτε δε θα μπορούσε να ήταν πιο μακριά απ΄την πραγματικότητα. Η κάθε σελίδα και το κάθε κεφάλαιο που διάβαζα με έβαζε όλο και πιο πολύ σ’ αυτό το Σύμπαν της καθημερινότητας του Ώγκι Μάρτς απ΄το οποίο τελικά δεν μπορούσα και δεν ήθελα να ξεφύγω. Παγιδευμένος σ’ αυτό το μείγμα αριστοτεχνικής γραφής του Μπέλλου πήρα ένα αναγνωστικό μάθημα πάνω σ’ αυτην την προκατάληψη (και ειλικρινά χαίρομαι που εξακολουθώ να μαθαίνω σαν αναγνώστης.) το οποίο θα μπορούσε να συνοψιστεί στα παρακάτω:
* Κάποιες φορές η προοδευτική ανάπτυξη ενός βιβλίου στο οποίο τίποτε δεν είναι γραμμένο στην τύχη οδηγεί στο χτίσιμο ακόμη και των κεφαλαίων που ήδη έχεις προσπεράσει (άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ada του Ναμπόκοφ).
* Όταν ο συγγραφέας είναι μάστορας τότε όλα μεσ’ στο βιβλίο δίνονται στον σωστό βαθμό και τίποτε δεν υπερτερεί του άλλου (για να σου βγάζει μάτι με την διαφορετικότητά του). Στις περιπέτειες του Ώγκι Μαρτς η πλοκή δεν υπερτερεί του στυλ και ο μοντερνισμός δεν υπερτερεί του ρεαλισμού, ενώ η ανάπτυξη των χαρακτήρων δεν σκεπάζει την αναπτυξη των ιδεών. Ο Μπέλλου επίσης γνωρίζει πως δεν θέλει να κάνει κύρηγμα στον αναγνώστη και αποφεύγει το οποιοδήποτε κριτικό σχόλιο ακόμα και όταν νιώθεις πως θάθελες να το δείς γραμμένο πεντακάθαρα πάνω στο χαρτί. [Ο Ώγκι Μαρτς μπορεί να περιγράφει την ιστορία όμως είναι ένας παθητικός σχολιαστής της ανάπτυξης που θαρρείς πως βλέπει τα πράγματα απ΄την ασφαλή απόσταση ενός Ivory Castle. Αυτό ίσως να πρέπει να το δει κανείς ως μειονέκτημα του βιβλίου, αλλά στο σύνολό του είναι ακριβώς αυτή η παθητικά διεισδυτική ανάπτυξη της ιστορίας που κερδίζει τελικά τον αναγνώστη.
* Τέλος έχω την εντύπωση (και φυσικά μπορεί να κάνω λάθος) πως ακριβώς όπως εγώ ως αναγνώστης έμαθα πανω στον Ωγκι Μαρτς το ίδιο ακριβώς συνέβη και με τον Μπέλοου απ’ την πλευρά της συγγραφής.
Από κει και πέρα ο ίδιος ο Ώγκι Μάρτς είναι ένα πρόσωπο που φοβάμαι πως δε μπόρεσα να μη το δω σαν έναν πρόγονο των πρώτων χαρακτήρων του Pynchon, ειδικά στο V. Πάντα είχα την απορία για το ξεπήδημα του Pynchon στην συγγραφική κοινωνία της αμερικής του 1960 και η θεωρία πως προήλθε από τους μπητ συγγραφείς πάντα με άφηνε ανικανοποίητο, περισσότερο γιατί ο Πύντσον είναι τόσο στυλίστας ώστε ξεχωρίζει σαν την μύγα μες στο γάλα μπροστά τους, ενώ η θεωρία της επιρροής από τον Ναμπόκοφ και αυτή κάπως δεν με καλύπτει (λόγω θεματολογίας, αλλά και όχι μόνο). Χωρίς να έχω κανένα στοιχείο να το αποδείξω αλλά καθαρά με μια υποκειμενική θέση θέλω να πιστεύω ότι ο Πύντσον σαν 20αχρονος είχε διαβάσει τον Ώγκι Μάρτς πριν γράψει το V. και επηρεάστηκε ικανοποιητικά απ’ αυτό ώστε να χρησιμοποιήσει αυτήν την παθητικά ενεργητική περιγραφή (σε τρίτο πρόσωπο όμως) στο πρώτο του βιβλίο…
Η ουσία και το bottom line είναι πως δε ξέρω και δε με νιάζει αν οι περιπέτειες του Ώγκι Μαρτς είναι το ‘Μεγάλο Αμερικάνικο Μυθιστόρημα’, μου φτάνει που είναι ένα Μεγάλο Μυθιστόρημα που τελικά ακόμη και ο όγκος είναι το πλεονέκτημα του. Η νέα έκδοση του στα Ελληνικά είναι ευκαιρία για πολλούς να το γνωρίσουν.
Postscript: Ο Θανάσης Μήνας μου θύμισε πως ο Pynchon στην εισαγωγή του Slow Learner ο Pynchon αναφέρει τον Augie March σαν επιρροή: «At the simplest level, it had to do with language. We were encouraged from many directions–Kerouac and the Beat writers, the diction of Saul Bellow in The Adventures of Augie March, emerging voices like those of Herbert Gold and Philip Roth–to see how at least two very distinct kinds of English could be allowed in fiction to coexist. Allowed! It was actually OK to write like this! Who knew? The effect was exciting, liberating, strongly positive.»
Αυτό ή το Humboldt’s Gift;
catrame said this on 19 Ιανουαρίου, 2016 στις 8:16 πμ |
και τα δυο!!!!!
basileios said this on 19 Ιανουαρίου, 2016 στις 8:43 πμ |