‘Enduring Love’, Ian McEwan
Έκανα ένα μεγάλο λάθος διαβάζοντας το Enduring Love του Ian McEwan: Αμέσως μετά το βιβλίο που μου άφησε συνολικά καλές εντυπώσεις είδα την ταινία που – υποτίθεται – ήταν στηριγμένη στο βιβλίο με αποτέλσμα να στρεβλωθούν εντελώς οι νωπές μνήμες που είχα γι’ αυτό στο μυαλό μου.
Αντιλαμβάνομαι όμως πως γι’ αυτήν την κατάσταση δεν φταίει μόνο ο σεναριογράφος/σκηνοθέτης που άλλαξε την δομή της ιστορίας σε βαθμό κακουργήματος μα σε ένα μέρος ‘φταίει’ – με την καλή έννοια – και ο ίδιος ο McEwan. Μια διήγηση τόσο λεπτομερής για γεγονότα και πλοκή τόσο έντονη και περίπλοκη που φτάνει να ανοίξει στο μυαλό τα τμήματά του που έχουνε σχέση με την όραση και που ολόκληρη η δράση φτάνει να φαίνεται να συμβαίνει σε αργή κίνηση δεν θα μπορούσε να κλειστεί στην γρηγοράδα της δράσης του κινηματογράφου που είναι συντονισμένη να σου δημιουργήσει ένταση με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο.
Ο McEwan αναδύεται από το βιβλίο σαν ένας από τους πιο λεπτομερής στυλίστες που έχω διαβάσει τον τελευταίο καιρό και αν και σε πολλά τμήματα του βιβλίου το δέσιμο των επιμέρους ιστοριών κάπου χαλαρώνει το σύνολο σίγουρα σε αφήνει ικανοποιημένο στο τέλος, περισσότερο για την ανάγνωση παρά για την ίδια την ιστορία που έχει αρκετά κλισέ – ώστε είναι φυσιολογική η προσελκυση του κινηματογράφου στο βιβλίο.
Μόνο να μπορούσα να ξε-δω την ταινία…
Αγαπητέ ficciones , και μονο σχετικά με την κινηματογραφική μεταφορα τών βιβλίων επειδη το θεμα με ειχε απασχολήσει πιο παλιά. Νομίζω πως η κινηματογραφική αφήγηση είναι τελείως διαοφρετική απο την λογοτεχνική κι έτσι το κινηματογραφικό έργο ακόμη και βασισμένο πανω σ ενα βιβλίο καλό είναι ν αντιμετωπίζεται ως αυτόνομο -ως προς το βιβλίο- έργο τεχνης.
Ως κατι δηλ. τελείως διαφορετικό απο αυτό, ώς μιά προταση η ώς μιά οπτική πάνω σ’ αυτο η ως μιά νέα αφήγηση εξ αφορμής αυτου. π.χ. ο Ρενέ που βάσισε το «Πέρσι στο Μαρίεμπαντ» στην εφευρεση του Μορέλ του Κασάρες δεν μετέφερε τό ίδιο τό βιβλίο αλλά προσωπικές αντιλήψεις του εξ αφορμής του βιβλίου δίνοντας μας κάτι εντελώς καινούργιο. Κι ο Ντοστογιεφσκικός «ηλίθιος» είναι ενας συγχρονος μεταχιροσιμικός γιαπωνέζος «ηλίθιος» στον Κουροσάβα που δεν εχει καμμιά σχεση (αλλά ταυτόχρονα και κατ ένα τρόπο έχει) με τό πνευμα του Ντοστογιέφσκι. Ετσι το να περιμενει κανείς να δει το βιβλίο ΤΟΥ ταινία(δηλ την προσωπική του ανάγνωση) είναι σαν να ζητά ο συγγραφέας απο τον αναγνωστη του να διαβάσει με εναν μόνο τρόπο το βιβλίο του.
Μπορεί βεβαια η ιδεα του σκηνοθέτη να είναι αυτχής και η ταινία μέτρια και κάτι τετοιο να αδικει το βιβλίο αλλά αυτό είναι αλλο ζητημα .
olyf said this on 4 Ιουνίου, 2007 στις 7:14 πμ |
έχετε φυσικά απόλυτο δίκαιο σε αυτό που λέτε. Κάθε ανάγνωση ούτως η άλλως είναι ζήτημα εντελώς προσωπικό και το κάθε βιβλίο είναι ‘φυσικά’ διαφορετικό υπό το πρίσμα της προσωπικότητας και της συνείδησης που το διαβάζει. Ακόμη και μια μετάφραση ενός βιβλίου είναι αδύνατο να μην εμπεριέχει μια μεγάλη έννοια ‘interpretation’ επάνω της, πόσο μάλλον μια κινηματογραφική μεταφορά όπου ακριβώς όπως λέτε και η γλώσσα είναι διαφορετική.
Από κει και πέρα στο συγκεκριμένο βιβλίο δεν ήταν απλώς ζήτημα interpretation η αναπαράστασης. Η ιδέα είχε στρεβλωθεί εντελώς και μόνο χαλαρά και μόνο με βάση το κεντρικό επεισόδιο θα μπορούσε κάποιος να μιλήσει πως το βιβλίο είναι στηριγμένο στην ταινία.
Δεν ήταν το θέμα μου πάντως πως η ταινία ήταν κακή. Ίσως από μόνη της να ήταν σχετικά καλή, αλλά το αποτέλεσμα ήταν πως αφαίρεσε από μένα πόντους από το βιβλίο (γιατι την είδα αμέσως μετα από αυτό) και αφαίρεσε και πόντους από τον Ian McEwan που επέτρεψε να γίνει αυτό το κατακρεούργημα στο βιβλίο του…
basileios said this on 4 Ιουνίου, 2007 στις 7:31 πμ |