‘My Name Is Red’, Orhan Pamuk

Συνήθως το (σύγχρονο) νομπέλ του συγγραφέα είναι παράγοντας που δρα αρνητικά πάνω στην απόφασή μου για το αν θέλω να διαβάσω ή όχι ένα βιβλίο. Ο Pamuk όμως αποτελούσε – ως τώρα τουλάχιστον – μια εξαίρεση. Από καιρό ήθελα να διαβάσω κάποιο βιβλίο του, μια που ουσιαστικά αποτελεί τον μόνο μεταμοντέρνο συγγραφέα που κατάφερε να αποσπάσει το Νομπέλ, και σαν ο πυντσονολάγνος φίλος Jeremy μου πρότεινε το My Name is Red, σκέφτηκα πως ο κύβος ερρίφθη.

Δυστυχώς όμως ο ενθουσιασμός μου σταμάτησε σύντομα, ίσως ίσως από το πρώτο ακόμη κεφάλαιο του βιβλίου όπου ο αφηγητής είναι ένας πρόσφατα δολοφονημένος μικρογράφος. Μπορώ να συγχωρήσω πολλά σε ένα βιβλίο μα η αφήγηση ενός πεθαμένου μου φέρνει απλώς την ιδέα πως πρόκειται για ένα φτηνό χολλυγουντιανό κόλπο του συγγραφέα για να στήσει μια ιστορία που τίποτε δεν έχει να κάνει με την πραγματικότητα.

Αυτό το πρώτο κεφάλαιο όμως δεν ήταν το μόνο που με ενόχλησε στο βιβλίο. Όλα τα κεφάλαια είναι γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο και είναι αφηγήσεις διαφόρων προσώπων – ή όντων – που ξετιλύγουν μια whodunnit ιστορία δολοφονίας. Όμως αν και οι χαρακτήρες είναι πολύ καλά στημένοι η γλώσσα – ή η μετάφραση – είναι τέτοια που δεν υπάρχει παρά η ελάχιστη διαφοροποίηση από αφήγηση σε αφήγηση και πρόσωπο σε πρόσωπο και είναι σαν ο αναγνώστης να είναι αποδέκτης ενός τεράστιου μονόλογου από το ίδιο πρόσωπο με πολλά στοιχεία επανάληψης. Και φοβάμαι πως ο Παμούκ απέτυχε να κρατήσει το ενδιαφέρον μου για το να μάθω τελικά ποιός ήταν ο δολοφόνος αλλά κυρίως απέτυχε να με πείσει πως είχε μπει ο ίδιος στο πετσί της ιστορίας – που εκτυλίσσεται τον 16ο αιώνα – αλλά φαντάζει για μένα τουλάχιστον σαν ένα μπαστάρδεμα αφήγησης του 21ου αιώνα που προσποιείται πως ανήκει στον 16ο.

Όμως παρ’ όλα αυτά υπάρχουν ψήγματα μέσα στο βιβλίο που δείχνουν μια δύναμη γραφής και ένα θάρρος που αν και προσποιούμενο κάποιες φορές είναι σημαντικό που υπάρχει. Το My Name Is Red είναι ένα φιλόδοξο βιβλίο και η φιλοδοξία του φαίνεται πως απέδωσε με το Νομπέλ του συγγραφέα. (και για να πω την κακία μου φιλόδοξα βιβλία σαν κι αυτό λείπουν από την Ελλάδα). Φαίνεται όμως να είναι κατά τμήματα και προσωπικό βιβλίο και να προσπαθεί να λύσει κάποια ζητήματα που αφορούν στην σχέση του συγγραφέα με την Δύση. Το σε ποιο βάθος προχωρά αυτή η επίλυση δεν μπόρεσα εύκολα να το διακρίνω.

Advertisement

~ από basileios στο 27 Οκτωβρίου, 2009.

14 Σχόλια to “‘My Name Is Red’, Orhan Pamuk”

  1. Εμένα πάλι μου άρεσε πολύ, αλλά το αποδίδω εν μέρει στην επαγγελματική διαστροφή με τους ανατολικούς πολιτισμούς (μου άρεσαν οι ιστορίες για τον Μπεχζάντ, ας πούμε). Όντως α) δεν υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ των μονολόγων, β) είναι οπωσδήποτε εμφανές το πρίσμα του 21ου αιώνα (του 20ού για την ακρίβεια). Στο «Σπίτι της σιωπής», ωστόσο, ο Παμούκ χειρίζεται πολύ πιο πετυχημένα τους διαφορετικούς μονολόγους (και γράφει τελικά ένα πολύ πιο πετυχημένο βιβλίο από λογοτεχνική άποψη), νομίζω.

  2. Μόλις μου πρότειναν από το facebook το Μαύρο Βιβλίο σαν καλύτερο και πιο ‘ποστμοντερν’ μυθιστόρημά του… Με έχετε μπλέξει! Ο καθένας φαίνεται έχει έναν αγαπημένο Παμούκ 😉 Δύσκολα θα τον ξαναπιάσω στα χέρια μου όμως απο όσο βλέπω!

    • Εχοντας «καταφέρει» το «Κοκκινο», το «Χιονι» και το «Μαύρο Βιβλίο» θα σου προτεινα σίγουρα το τελευταίο. Και πάλι όμως θα συμφωνήσω μαζί σου ως προς το ότι ο Παμούκ ανήκει εν πολλοίς στην κατηγορία των συγγραφέων που δεν δικαιώνουν τις προσδοκίες.

  3. Ναι, θα έλεγα κι εγώ το Μαύρο Βιβλίο το πιο ‘ποστμόντερν’. Απολαυστικό, αν έχεις χόμπι (όπως εγώ) τις θεωρίες συνομωσίας (με την ευρεία έννοια). Το «Σπίτι της σιωπής», νομίζω, είναι λιγότερο απολαυστικό αλλά καλύτερη λογοτεχνία. Τι σημαίνει αυτό που μόλις έγραψα, αδυνατώ να εξηγήσω αυτή τη στιγμή…

    • νομιζω πως καταλαβαίνω όμως τι εννοείς παρόλο που ακούγεται περίεργο. Έχεις άποψη περι της ελληνικής μετάφρασης αλήθεια;

      • Δυστυχώς όχι, γιατί όλα τα διάβασα στα τούρκικα. Λίγο που ξεφύλλισα τη μετάφραση του «Μαύρου Βιβλίου», πάντως, με ξένισε η απόδοση των ονομάτων στυλ Kemal Bey σε Κεμάλ Μπέης, λες και μιλά για οθωμανούς μπέηδες. Κύριος Κεμάλ, σημαίνει σήμερα.

  4. έχεις καλομάθει (κι εσύ; κι γω) από το cloud atlas και αναμένεις τέτοια περίτεχνη διαφοροποίηση στο register από μονόλογο σε μονόλογο; Άτιμε Μίτσελ, έβαλες ψηλά τον πήχυ…

    Να σου μεταφέρω (στο περίπου και από μνήμης) και το σχόλιο του Αρανίτση για τον Παμούκ επ’ ευκαιρία της βράβευσής του με το Νόμπελ (του Παμούκ, δυστυχώς, όχι του Ευγένιου). «είναι όντως καλός ή είναι απλώς ο καλύτερος που έχουν να μας δείξουν οι Τούρκοι;» Ερώτημα για το οποίο δεν αμφέβαλλα ούτε μια στιγμή πως είναι ρητορικό (εξ ου και δεν τον διάβασα και ούτε πρόκειται – τον Παμούκ, εννοώ, όχι τον Αρανίτση)

    • γμτ δεν ξέρω αν είναι θέμα του ότι έχουμε καλομάθει. Νομίζω πως απλώς ‘αυτό είναι το σωστό’. και για να μιλήσω και για τον εαυτό μου – που δεν κάνω συχνά με αυτό το τρόπο – στο δευτερό μου βιβλίο (που κάποια στιγμή ίσως και βρει έναν δρόμο προς τα ράφια) υπάρχουν ‘αφηγήσεις’ από διαφορετικά πρόσωπα, περίπου σαν μια διασταύρωση μεταξύ Παμούκ και Μίτσελ. Ειλικρινά ήταν από τα δυσκολότερα κομμάρια στην περίοδο της γραφής η αλλαγή ύφους ώστε η γλώσσα να ταιριάζει στο πρόσωπο. Και παρότι έδωσα αρκετή σημασία σε αυτό ακόμη δεν είμαι σίγουρος αν πέτυχε 100%. Ο Παμούκ είναι σχεδόν προφανές πως δεν έκανε ούτε μια προσπάθεια γι’ αυτό.

      Πολύ εύστοχό πάντως το σχόλιο του Αρανίτση.

      • Θα επιμείνω ότι ο Παμούκ το προσπάθησε σοβαρά στο «Σπίτι της σιωπής». Από την άλλη, το σχόλιο του (αγαπημένου μου) Αρανίτση θα μπορούσε ενδεχομένως να εφαρμοστεί σε πάρα πολλές σύγχρονες λογοτεχνίες, όχι απαραίτητα τριτοκοσμικές.

        • στο τελευταίο έχει σίγουρα δίκαιο.

          όσο για την προσπάθεια του Παμούκ εχεις το πλεονέκτημα από ότι είπες να το διαβάζεις στα Τούρκικα. Το έγραψα και στο ποστ ότι φοβάμαι πως ο μεταφραστής ίσως έκανε wash out αυτή την διαφοροποίηση, οπότε όντως το παίρνω πίσω το σχόλιό μου.

          Περιέργως πάντως έτυχε χτες το πρωί διάβασα μια κριτική ενός Τούρκου που το έσφαζε το βιβλίο και έλεγε πως στα Τούρκικα είναι πολύ χειρότερο (και πως το έσωσε κατά πολύ ο μεταφραστής στρώνοντάς το συντακτικά).

          • Ε, ναι, για κάποιο λόγο δεν έχω γνωρίσει ούτε έναν Τούρκο που να εκτιμά τον Παμούκ. Τον θεωρούν πολύ δυσνόητο στη γλώσσα, ενίοτε λένε ότι γράφει σαν να μεταφράζει από τα αγγλικά. Αυτό το εκλαμβάνω ως δείκτη της ελλιπούς μου γνώσης για τη γλώσσα, γιατί εμένα μου φαίνονταν δύσκολα (λόγω των περίπλοκων προτάσεων) αλλά στρωτά τουρκικά. Στο «Όνομα», πάντως, θα συμφωνήσω ότι οι μονόλογοι δεν διαφοροποιούνται καθόλου ως ύφος. Από την άλλη μεριά, αυτό ταιριάζει με την οθωμανοπερσική λογοτεχνική παράδοση που σχετίζεται και με τη θεματική του βιβλίου. Αν το έκανε επίτηδες, λοιπόν, είναι πολύ γατόνι ο Παμούκ’ το πρόβλημα είναι, ότι δεν είμαι καθόλου σίγουρος πως το έκανε επίτηδες…

  5. αν το έκανε επίτηδες τότε είναι διπλά αποτυχημένο το βιβλίο. Μπορεί το θέμα προσωπικού ύφους/παραάδοσης να είναι κύριο σημείο του βιβλίου όμως κάνει φάουλ ‘εξισώνοντας’ έτσι τα πρόσωπα.

    εκτός όμως αν (and try to follow my logic here):

    αυτός ήταν ο τρόπος που αντιμετωπίζει και την δεύτερη ένστασή μου που αφορά στην διήγση ανθρώπων του 16ου αιώνα με έναν ‘απ έξω’ τρόπο που φαινομενικά θυμίζει τον 20ο. Εξισώνοντας το ύφος των διηγήσεων στο πλαίσιο της παράδοσης όπως λες και συ παύει να γράφει ένα βιβλίο στον 20ο αιώνα μα κάτι που ανήκει στην πιο σκληρή παράδοση του 160υ. Αυτο μπορεί να δημιουργεί παράδοξα αλλά τουλάχιστον είναι πιο ‘λογοτεχνικά συνεπές’ αν θέλεις.

    Δηλαδή για να τον δεχτώ ως γατόνι θα πρέπει να είχε στο νου του και τα δύο… Τα είχε;

    Ενδιαφέρουσα προσέγγιση και εξέλιξη στην σκέψη μου επι του βιβλίου πρέπει να ομολογήσω. Δύτη σε ευχαριστώ πολύ για το φήντμπακ.

  6. Χμμμ. Δεν θα επιμείνω άλλο. Η σκληρή παράδοση του 16ου αιώνα, που λες, περιλαμβάνει πολύ περισσότερα πράγματα από την ισοπέδωση του ύφους. Αν ενσυνείδητα προσπάθησε να γράψει ένα βιβλίο από το παρελθόν, και διάλεξε μόνο αυτό το στοιχείο (συν τη θεματική και το μυστικιστικό πλαίσιο περί τέχνης), θα συμφωνήσω ότι μιλάμε για αποτυχημένη λογοτεχνία. Συν ότι ο Παμούκ δεν έχει χιούμορ’ σοβαρό μειονέκτημα, και το θυμήθηκα σκεφτόμενος πως ο Τόμας Μαν, λόγου χάριν, πετυχαίνει μια ανεκτή (και βάλε) μίμηση π.χ. του μεσαιωνικού ύφους στον «Εκλεκτό» ή του ινδικού στα «Αλλαγμένα κεφάλια» ακριβώς επειδή την αντιμετωπίζει με χιούμορ (αν θυμάμαι καλά, ο ίδιος το αποκαλεί ειρωνία). Μεγάλη κουβέντα ανοίξαμε…

    • πολλές φορές το κακό με την μεταμοντερνα γραφή ειναι πως ειναι πολύ επιφανειακή. Το χιούμορ/ειρωνία, κοινό πολλών μεταμοντέρνων, είναι πολύ καλός παράγοντας για να το ‘σκεπάσεις’ αυτό όπως λες. Η έλλειψη του εδώ όντως δεν βοηθάει έχεις απόλυτο δίκαιο…

      αλλά όντως μεγάλη κουβέντα!

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: